«Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΖΑΡΙΑ»
ΤΟΥ ΜΑΚΗ ΜΠΑΛΑΟΥΡΑ
Με τους ανθρώπους που ζουν στα χωριά της περιφέρειας, ακόμα και σε αντίθεση με τις γειτονιές της Αθήνας, κάνεις σε βάθος συζήτηση για το πώς ζουν, πώς δουλεύουν –αν δουλεύουν– ποια τα καθημερινά και τα συνολικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν.
Στα χωριά συναντάς αγρότες, κτηνοτρόφους, άνεργους νέους, που παρά την αρχική επιφύλαξη, σου ανοίγουν την καρδιά τους τελικά, με την …καταλυτική βοήθεια του ταβερνιάρη. Φτάνουν μόνοι, χωρίς πρόκληση και μέχρι τις πρόσφατες πολιτικές επιλογές τους. Εκεί είναι που γίνονται πιο επιθετικοί προς τον εαυτό τους, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο για πολιτικό, ακόμα και για τους κομμουνιστές που σε όποιο εγχειρίδιό τους κι αν ανοίξεις επαναλαμβάνεται η λέξη «αυτοκριτική». Γίνεσαι πιο πλούσιος στις γνώσεις, στις ιδέες και την ψυχή σου.
Είχα έμπνευση
Στο Καπελέτο ο αγρότης ήρθε στο τραπέζι μας επιφυλακτικός, καλύπτοντας την επιφύλαξη με την ευγένειά του. «Να δούμε κι εσάς» άρχισε. «Προχωρήστε χωρίς τα λαμόγια, μην νερώσετε το κρασί σας». Κατάλαβα ότι είχε «τσιμπήσει», όχι αδίκως αφότου οι τοπικές εφημερίδες αναφέρουν, σχεδόν, καθημερινά πρόσωπα που επηρέασαν την πολιτική και κοινωνική ζωή του νομού, από τη θέση του βουλευτή, του Νομάρχη, του τοπικού άρχοντα, ή του κομματικού που έδενε και έλυνε στην περιοχή.
«Να μην κωλώσετε, να στείλετε τα λαμόγια στη φυλακή. Να αρχίσετε από την αλλαγή του νόμου για την ευθύνη των υπουργών», πρόσθεσαν και οι άλλοι που ήρθαν στο τραπέζι μας. Κουφάθηκα με την πιεστικότητα που τα έβαζαν. Όλοι, αυτοί που από το ’81 στήριζαν και ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ, αλλά και οι άλλοι που είχαν νεοδημοκρατικό παρελθόν. «Είστε η τελευταία μας ζαριά», είπε αυστηρά. «Να δείξετε αμέσως ότι δεν είστε σαν τους άλλους, ότι δε θα τα βρείτε μαζί τους. Να εφαρμόσετε, όχι σαν κοροϊδία, το «πόθεν έσχες»». Πως αυτά τα άτομα που γνωρίζαμε τη ζωή και το βιός τους σήμερα έχουν βίλες, αυτοκίνητα, ζουν χλιδάτα».
Πρέπει να γνωρίζεις από πολιτική και κοινωνική ψυχολογία για να αντιληφθείς πλήρως την πρώτη προτεραιότητα της ανάγκης τους. Ο ταβερνιάρης μετακινήθηκε και έβαλε απαλά, αλλά …εκκωφαντικά μέσα μου, το τραγούδι «Ρίξε μια ζαριά καλή». Πήγαμε στα καθημερινά προβλήματα της ζωής του. «Έβαλα καρπούζι, αλλά μπήκα μέσα. Ο έμπορος όχι μόνο μου έδινε 0,50 λεπτά το κιλό, αλλά ήθελε να πληρώσω και τα εργατικά για το φόρτωμα. Σταμάτησα και έβαλα τριφύλλι». «Ποιος στο είπε να το κάνεις;». «Κανείς, μόνος μου πειραματίστηκα». «Και αν δεν έπιανε, δεν είχε απόδοση;», «Είχα έμπνευση» γέλασε. «Οι γεωπόνοι είτε του κράτους είτε της Αγροτικής, δεν επαρκούσαν και όσοι υπάρχουν τους βάζουν σε γραφειοκρατικές δουλειές. Υπήρχε ένα πολύ καλό ινστιτούτο έρευνας για τις καταλληλότερες καλλιέργειες του νομού, αλλά το έκλεισαν». «Για να αναπτυχθεί η παραγωγή και να υπάρχει κίνητρο πρέπει επίσης να μειωθεί η τιμή του ρεύματος, όπως γίνεται σε άλλες κατηγορίες επαγγελματιών και η τιμή του πετρελαίου». Μπορεί να ελέγχεται, όπως τότε επί Σημίτη, που είχε κόκκινο χρώμα». «Γινόταν λαθρεμπόριο με αυτοκίνητα και θέρμανση», του αντέτεινα. «Γινόταν έλεγχος. Εδώ στο χωριό πιάστηκε ένας και πλήρωσε μεγάλο πρόστιμο. Όλοι φοβήθηκαν» απάντησε.
Το πνεύμα χρειάζεται και οινόπνευμα
Το Σάββατο το βράδυ στον όμορφο σιδηροδρομικό σταθμό Λεχαινών, που μετά από την κατάργηση της παραδοσιακής γραμμής του τρένου Πειραιάς – Πύργος –Καλαμάτα, έχει γίνει μπαράκι-στέκι πολιτιστικών εκδηλώσεων, ευτυχώς, γιατί άλλα ρημάζουν, η πολιτιστική ομάδα «Φράγμα» διοργάνωσε ποιητική βραδιά. Με το πέρας της εκδήλωσης, οι διοργανωτές είπαν «φτάνει πια το πνεύμα, χρειάζεται και οινόπνευμα» και μας πήγαν σε καφενείο – ταβερνάκι για να φάμε ντόπιο κοτόπουλο με χυλοπίτες. Στην παρέα μας ήταν τρεις νέοι άνθρωποι. Ο άνδρας από την άγνωστη παρέα, ήταν κτηνοτρόφος από την Αγία Μαύρα. Μαζί με τον αδερφό του συνεχίζουν την οικογενειακή επιχείρηση. Ενώ η υπόλοιπη οικογένειά του, προερχόμενη και αυτή από το ΠΑΣΟΚ, τώρα θα στηρίξει ΣΥΡΙΖΑ, αυτός παραμένει στην περιφέρεια του κόμματος ψαχνόμενος. Η συζήτηση είχε περίπου τους ίδιους προβληματισμούς με τον αγρότη. Αυτός πρόσθεσε στοιχεία αντιφατικότητας του λόγου στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ.
Αναφέρθηκε στα προβλήματα της κτηνοτροφίας, στην εκμετάλλευση των εταιριών γάλακτος, κυρίως, όμως για την ανάγκη κρατικής ενημέρωσης και καθοδήγησης των κτηνοτρόφων και αγροτών. «Να φτιαχτούν σχολές επαγγελματικής κατάρτισης γι’ αυτούς, όπως γίνεται στην Ολλανδία και στην Γερμανία», τόνισε με έμφαση σαν νέος άνθρωπος που διψά για επιστημονική αναβάθμιση της δουλειάς του. Μαζί με τη τεράστια αύξηση του κόστους πρώτων υλών και την ελλιπή παρουσία του κράτους στις ασθένειες, όπως πρόσφατα του καταρροϊκού πυρετού, η συνέπεια είναι η εγκατάλειψη της κτηνοτροφίας. Από τους 150 τόνους φέτας, πήγαμε στους μισούς. Η ίδια πτώση και στο γάλα. Από τους 100 τόνους που βγάζαμε το 2004, σήμερα είναι κάτω από τους 25.
Και στις δύο παρέες οι συνεταιρισμοί αναφέρθηκαν ως μη υπάρχοντες, μετά την πασοκική απαξίωση, που τους χρησιμοποίησαν, σαν το μακρύ χέρι του κόμματος και σε αρκετές περιπτώσεις για αρπαχτές. Σφραγίδες πια, που στην καλύτερη περίπτωση γίνονται σούπερ μάρκετ, «πουλώντας» πάμπερς, όπως χλεύασε ένας αγρότης. Και αυτά στην Ηλεία. «Τον παράδεισο της Μεσογείου», όπως την χαρακτήρισε πριν από 35 χρόνια η Ουνέσκο. Αυτό το Νομό που από το 83,4% του κατά κεφαλήν ΑΕΠ εκείνη την περίοδο, τον πήγαν στο 54%, με συνέπεια να είναι από τους πρώτους νομούς στη φτώχεια και στον αποκλεισμό.
Μάκης Μπαλαούρας
ΠΗΓΗ: http://epohi.gr/
Category: Αποκαλύψεις, Αυτοδιοίκηση, Δικαιοσύνη, Δικαιώματα, Ελευθεροτυπία, Επώνυμες απόψεις, Πολιτική, Τύπος